Ανυπεράσπιστος Χρυσός

Love_

Ο άντρας που με αγαπούσε
κάπου εκεί ανάμεσα στη Βαλχάλα
και τον Όλυμπο ζούσε
στο ποτάμι των παιδικών μου χρόνων
μαζί με την Βογκλίντε, την Βελγκούντε
και την Φλοσχίλντε κολυμπούσε
καντάδες μου έψαλλε, ευχές μου έστελνε
με τραγούδια γερμανικά που ακουγόταν
ελληνικά και το αντίστροφο.
Σαν να βρισκόμουν πάλι σπίτι
-στην πόλη που μεταφράζεται
του Καρόλου η ησυχία-
ή εκδρομή στην Αλσατία,
στην Μπεζανσόν με τα περίφημα υφαντά
απ’ όλες τις ανεμελιές μας
δεν έμεινε όρθια καμιά.
O άντρας που με αγαπούσε
είχε μια συλλογή από χάρτες
για την πορεία των μαλλιών μας έτρεφε
μεγάλες αυταπάτες
στο πρόσωπο γερμανίδων τουριστριών
το πρόσωπό μου αναζητούσε
και εκλιπαρούσε να ανοίξουν επιτέλους πια
τα σύνορα.
Σήμερα εκτίθεται βαλσαμωμένος
στο εγκληματολογικό μουσείο
τιμωρημένος για υπέρμετρη ματαιοδοξία
όπως ο Άλμπεριχ,
πρώτα νάνος, ύστερα δράκος, εν τέλει βάτραχος
και περίγελος των γιγάντων.
Aχ, ο άντρας που με αγαπούσε
τόσο νερό κι όμως δεν λησμονώ
το όνομα εκείνου, στην καρδιά μου
είναι θαμμένο όπως ο χρυσός του Ρήνου.

 

 

μικρό μήνυμα

OLYMPUS DIGITAL CAMERA

Δεν έχει άλλη γέφυρα, δύο θλιβεροί κύκνοι πλέουν προς τα κάτω στο ποτάμι, ένα κορίτσι σκύβει στην όχθη, οι άκρες των μαλλιών του βρέχονται, το νερό είναι βρώμικο, μα δεν τη νοιάζει, δουλεύει στο μπαρ, εκεί οι μυρωδιές ανακατεύονται όπως ακριβώς τα φθηνά υλικά για ένα μέτριο ποτό, καπνίζει αφηρημένη, ξεπλένει τα χέρια της από κάτι, εγώ, χαρούμενη, λέω, ας μην είναι αλλιώς, ας είναι έτσι κι ας έρθεις επιτέλους, βαρέθηκα τις μοναχικές βόλτες, σ’ αυτή την γκρίζα πόλη, με το ροζ ουρανό που ανθίζει γεμάτος ανώτερα συναισθήματα, προτιμώ να μπω σε ένα αμάξι μαζί σου και να οδηγήσουμε προς το ουράνιο τόξο, θα έχουμε τα όνειρα ασφαλή σε παιδικό καθισματάκι πίσω και ανοιχτά παράθυρα απ’ όπου θα ελευθερώνουμε σήματα καπνού για τους συνοδοιπόρους που ακολουθούν και γι’ αυτούς που χάθηκαν και γίνανε ίχνη, εκκλησάκια, κεριά ή ούτε καν. Ας έρθεις, μια μέρα θα ‘ναι, μια Τρίτη, ένα τίποτα. Λέξεις που πέφτουν ήσυχες και διαλύονται σαν κόκκοι αλατιού μέσα σε υγρά συναισθήματα.

βερ. ’12, θ.